


Έχοντας παρακολουθήσει το TEDGlobal στην Οξφόρδη για δυο συναπτά έτη (2010 & 2011), ανυποµονούσα να δω µια αντίστοιχη διοργάνωση στην Αθήνα. Όταν οι διοργανωτές µου µετέφεραν τη θέλησή τους αντί για απλός συµµετέχων να είµαι οµιλητής, η αποδοχή της πρότασης ήταν µάλλον αυτονόητη.
Η πρόταση, ωστόσο, δεν εµπεριείχε κάποιο άµεσα προτεινόµενο θέµα - αυτό έπρεπε να το ανακαλύψω και να το επιλέξω µονάχος. Κινούµενος ανάµεσα σε αρκετούς επιστηµονικούς κλάδους - πολιτική επιστήµη, οικονοµία, πληροφορική, δηµόσια διοίκηση - διαπίστωσα ότι είχα αρκετές σκέψεις να µοιραστώ αλλά ότι, ταυτόχρονα, µου ήταν εξαιρετικά δύσκολο να επιλέξω, δεδοµένου του «σκληρού» µορφότυπου µιας 18λεπτης οµιλίας τύπου TED.
Το κυρίαρχο πρόβληµά µου ήταν ότι το γενικό θέµα µε το οποίο ήθελα να καταπιαστώ - η ελληνική κρίση - ήταν ένα κυρίαρχα πολιτικό θέµα, το οποίο λίγο θα ενδιέφερε το τεχνολογικά υποψιασµένο κοινό του ελληνικού TED. Επιπλέον, ανέµενα έναν υγιή σκεπτικισµό απέναντι σε ενα άτοµο (τότε) σχετιζόµενο - έστω µε εµµέσως - µε τον κρατικό µηχανισµό, ακόµα και νέο σε ηλικία.
Το κοινό του TED συνιστούν κατά βάση - αλλά όχι αποκλειστικά - άτοµα θετικών κλίσεων, πολύ συχνά µηχανικοί και πληροφορικοί. Η πρώτη µου σκέψη ήταν να αποκωδικοποιήσω αυτό τους το σκεπτικισµό - γιατί ένας µηχανικός να έχει δυσανεξία απέναντι στην πολιτική ανάλυση;
Η απάντηση προέκυψε σχεδόν αυτόµατα. Ειδικά στην προβληµατική ελληνική εκδοχή του πολιτικού παιχνιδιού, το πολιτικό λεξιλόγιο έχει απαξιωθεί - ενώ ο πολιτικός λόγος έχει χαθεί σε µια επίπλαστη αξιακή πόλωση που έχει αποσυνδεθεί τόσο από τις αγωνίες όσο και από τις προσδοκίες του εκλογικού σώµατος. Αντίθετα, ο µηχανικός λύνει προβλήµατα και µιλάει συγκεκριµένα. Δεν θεωρητικολογεί - σχεδιάζει και πράττει. Το ελληνικό πολιτικό λεξιλόγιο, τουλάχιστον στην προ-µνηµονίου εποχή, είχε πάρει διαζύγιο από το συγκεκριµένο και κινείτο στο σύµπαν ενός πληθωριστικού βερµπαλισµού - ενώ η πολιτική πρακτική αφορούσε κατά κανόνα την - τυπική ή άτυπη - διαπραγµάτευση παροχών µε συγκεκριµένες µερίδες του πληθυσµού.
Το πρώτο βήµα, λοιπόν, ήταν να µιλήσω συγκεκριµένα. Η σκέψη µου ήταν να χρησιµοποιήσω τον περιορισµένο χρόνο που είχα στη διάθεσή µου για να αναφέρω 10 πολιτικές/ιδέες που δεν είχαν, κατ’ εµέ, συζητηθεί επαρκώς στην Ελλάδα και που θα είχαν, κατά κανόνα, θετικά αποτελέσµατα στην παρούσα συγκυρία.
Ο βασικός λόγος πίσω από την επιλογή του θέµατος ήταν για να επικοινωνηθεί µια φράση που χρησιµοποιώ και στην οµιλία - ότι η νέα γενιά πρέπει να ταυτιστεί µε τις λύσεις και όχι µε τα προβλήµατα. Αλλιώς, το σύνολο των προβληµάτων είναι εκτεταµένο, αλλά σηµαντικά µικρότερο του συνόλου των λύσεων. Αυτό που µας ενδιαφέρει, είναι οι «γάτες που πιάνουν ποντίκια», όπως θέλει και η διάσηµη αποστροφή του Ντένγκ.
Εκεί που υστερούµε είναι η πολιτική βούληση και ο οργανωτικός µηχανισµός συστηµατικής αντιµετώπισης των αγκυλώσεων. Αλλά και µόνο η στροφή αυτή που συντελείται, µέσω της απαξίωσης του µεταπολιτευτικού πολιτικού λεξιλογίου, αποτελεί από µόνη της το πρώτο βήµα προς µια νέα κατεύθυνση.
Ο δεύτερος και κυρίαρχος λόγος που επικεντρώθηκα σε 10 πολιτικές, ήταν ότι η ελληνική κρίση δεν συνιστά µια µονόπλευρη οικονοµική διαδικασία - αλλά κρύβει κινδύνους και ευκαιρίες για το πολιτικό σύστηµα, τους θεσµούς, τον κρατικό µηχανισµό, την επιχειρηµατικότητα, το παραγωγικό δυναµικό της χώρας, τις δοµές ασφαλείας - και το µηχανισµό διαµόρφωσης πολιτικών καθαυτό.
Συνθήκη επιβίωσης
της χώρας είναι να φύγουµε από την ηµιµάθεια, το βερµπαλισµό, τη συνοµωσιολογία
και να πατήσουµε γερά τα πόδια µας στη Γη. Πολιτικές εναλλακτικές συνεχίζουν να
υπάρχουν – αρκεί να είναι βασισµένες σε πραγµατικές καταγραφές, σε ωριµότητα, σε
ειλικρίνεια. Διανύουµε τις πιο δύσκολες µεταπολεµικές στιγµές της Ελλάδας. Ελπίδα
µας είναι το µέλλον να µην είναι στα χέρια αυτών που απλά θέλουν “να γίνουν κάτι”
– αλλά αντίθετα στα χέρια εκείνων που θα θελήσουν “να κάνουν κάτι”.
* Ο Κυριάκος Πιερακκάκης είναι πολιτικός επιστήµονας - οικονοµολόγος και υποψήφιος διδάκτορας της Οξφόρδης