

APPLETON ESTATE STORIES

APPLETON ESTATE STORIES
Charlie Rich, η φωνή της ανθρωπιάς
Σε κάθε τεύχος ο ραδιοφωνικός παραγωγός του Εν Λευκώ, Μανώλης Οικονόμου, καθισμένος στο μπαλκόνι του κτήματος Appleton Estate, ατενίζοντας τον ζεστό ήλιο των τροπικών να δύει και να δίνει τη θέση του στη νύχτα, μας διηγείται μια διαφορετική ιστορία με ένα ποτήρι ρούμι στο χέρι. Καθώς όμως ξετυλίγεις το κουβάρι των εξωτικών του ιστοριών, ανακαλύπτεις ότι στην πραγματικότητα δε διαβάζεις, αλλά ακούς τη γνώριμη φωνή του να σ’ τις αφηγείται…
Κάποιες φορές, σαν απρόσµενο πρόχειρο διαγώνισµα που το ξεβράζουν τα κύµατα από τη θάλασσα της αυθαιρεσίας, εγείρεται η απαίτηση να προσδιορίσουµε µονολεκτικά µια έννοια που χρειάζεται τόµους και τόνους λόγου. Παραδόξως, νιώθω έτοιµος να αντεπεξέλθω στην παραπάνω δοκιµασία εάν το θέµα είναι η Τέχνη. Η λέξη που αβίαστα θα χρησιµοποιούσα για να την προσδιορίσω θα ήταν η λέξη Ματιά. Ο καλλιτέχνης βιώνει την ίδια πραγµατικότητα µ’ εµάς, µα επιλέγει να την δει µε άλλη διάσταση, ανάλογα µε την φύση και τις δυνατότητες της τέχνης που υπηρετεί και τις δικές του ασφαλώς. Η ιδιοσυστασία του τον οδηγεί να διαθλά αφυπνιστικά ή ηδονικά το παρόν, να βλέπει αυτά που έρχονται και να µας προειδοποιεί, να είναι θερµός ή αποστασιοποιηµένος στην οπτική του, αναλυτικός ή αφαιρετικός, «ηθικός» ή «ανίερος», ευδαιµονικός ή δυσοίωνος, η τέχνη του πάντως εµπεριέχει την αλήθεια. Ο µεγάλος καλλιτέχνης βλέπει κάτι διαφορετικό στον ωκεανό χρωµάτων, λέξεων, δοµών, ήχων, γεγονότων, πλασµάτων, συναισθηµάτων, και µας καλεί µε το έργο του να δούµε κι εµείς την αλήθεια µε έναν υπερβατικό, λυτρωτικό τρόπο.
Ο Charlie Rich, όπως παρατήρησε ο πρώτος που συνεργάστηκε µαζί του, είχε αυτό το ξεχωριστό µεγαλείο να µεταφέρει την αλήθεια του συναισθήµατος. «Είχε ένα ένστικτο να αισθάνεται, να βλέπει, να ακούει τον πόνο, την απογοήτευση, την ευτυχία, την χαρά, και να τα µετατρέπει σε µουσική. Δεν έχω γνωρίσει κανέναν που έχει γράψει ή τραγουδήσει µε τέτοια ανθρωπιά, µε µεγαλύτερη µελωδική οµορφιά από τον Charlie Rich. Είναι ο καλύτερος τραγουδιστής, συνθέτης και µουσικός που έχω ηχογραφήσει, περνά τόσο φυσικά και αβίαστα από το rock στην country, στα blues και την jazz», είχε δηλώσει ο Sam Phillips, ιδρυτής της εταιρείας Sun.
Η διαπίστωση του ανθρώπου που ξεχωρίζει τον Rich από όλους όσους πέρασαν από την εταιρεία του (Elvis Presley, Jerry Lee Lewis, Johnny Cash, Roy Orbison, Ike Turner, Rufus Thomas), είναι ένας από τους λόγους που δεν είχε πιο ανθηρή καριέρα ο Charlie. Το να µην είσαι ενταγµένος σε µία κατηγορία δυσκολεύει το marketing, ειδικά για έναν συνεσταλµένο χαρακτήρα που είχε γκρίζα µαλλιά από πολύ νέος, κάτι που του εξασφάλισε το παρατσούκλι Silver Fox.
Ο Charlie (Charles) Rich γεννήθηκε στις 14 Δεκεµβρίου του 1932 στο Colt του Arkansas, αλλά έζησε το µεγαλύτερο κοµµάτι της ζωής του στο Benton της ίδιας πολιτείας, όπου δούλευε ως αγρότης στο οικογενειακό κτήµα. Εκεί γνώρισε τη γυναίκα του, Margaret Ann, όταν την έπιασε µαζί µε τον πατέρα της να κόβουν ένα δέντρο από το κτήµα του για να το κάνουν χριστουγεννιάτικο.
Παντρεύτηκαν το 1952 και ξόδεψαν όλα τα χρήµατα για το µήνα του µέλιτος σε jazz δίσκους, ενώ ήταν πλέον στο ίδιο συγκρότηµα, τους Velvetones, µε τους οποίους εµφανίζονταν τα βράδια σε clubs του Memphis, o Charlie στο πιάνο και η Margaret στο τραγούδι.
Σηµαντική κινητήριος δύναµη στην καριέρα του, η γυναίκα του πήγε στην εταιρεία Sun µερικές µαγνητοταινίες του Charlie και συνάντησε τον παραγωγό Bill Justis που τη συµβούλεψε να ρίξει ο Charlie το µουσικό του επίπεδο, ώστε να συναντήσει το επίπεδο των άλλων καλλιτεχνών, γι’ αυτό και της έδωσε µερικούς δίσκους από το ρεπερτόριο της εταιρείας.
Για 5 χρόνια ηχογραφούσε στη θρυλική Sun, έγραφε τραγούδια για τους Johnny Cash, Jerry Lee Lewis, Ray Smith και έπαιζε πιάνο σε πολλές ηχογραφήσεις άλλων καλλιτεχνών. Το «Lonely Weekends» έγινε επιτυχία το 1960 και ήταν ίσως το µόνο rock’n’roll τραγούδι που δεν εξυµνούσε το Σαββατοκύριακο, ενώ το «Who Will The Next Fool Be», ένα πρώιµο δείγµα λευκής soul το ’61, διασκευάστηκε από τον Bobby Bland την ίδια χρονιά. Το 1963 ηχογράφησε στο Nashville για την Groove, θυγατρική της RCA και το 1965 έκανε επιτυχία µε το «Mohair Sam» για την εταιρεία Smash, στην οποία έµεινε και το ’66, χρονιά που ηχογράφησε ένα από τα καλύτερα τραγούδια του, το συγκλονιστικό «No Home».
Το ’67 υπέγραψε µε τη Hi στο Memphis, τρία χρόνια πριν βρεθεί σ’ αυτή την εταιρεία ο συµπατριώτης του Al Green, ενώ ο Isaac Hayes από τη Stax τού έγραψε 2 τραγούδια! Εξαίρετα ήταν τα «Pass On By» και «Only Me» που έγραψε η γυναίκα του, όπως και το δικό του «Renee», ενώ το άλµπουµ-αφιέρωµα στο θρύλο της country Hank Williams ήταν προποµπός των επόµενων κατευθύνσεών του.
Ο παραγωγός Billy Sherrill, µε τον οποίο είχε συνεργαστεί παλιότερα στη Sun, ήταν ο γκουρού του countrypolitan (ένα υβρίδιο country και pop) και έχτισε για τον Charlie στην εταιρεία Epic έναν ήχο που του εξασφάλισε επιτυχίες («Behind Closed Doors», «The Most Beautiful Girl», «A Very Special Love Song»), και αναγνωρισιµότητα ως star της country, αλλά µε καταπιεσµένη τη δηµιουργική του φλόγα.
Είχε αρχίσει να πίνει περισσότερο, και στα Country Music Awards το 1975, φανερά µεθυσµένος, αντί να ανοίξει το φάκελο για να παρουσιάσει τον καλλιτέχνη της χρονιάς (John Denver), έβγαλε έναν αναπτήρα και τον έκαψε, ως ένδειξη διαµαρτυρίας για την κυριαρχία του ήχου και των πρακτικών του Nashville στην country µουσική. Αυτό εξόργισε τους ανθρώπους της µουσικής βιοµηχανίας, και από το ’76 και µετά η καριέρα του γνώρισε ύφεση, ενώ το 1981 σταµάτησε πλέον να ηχογραφεί, δίνοντας συναυλίες σποραδικά.
Η µουσική δικαιοσύνη, όµως, φρόντισε να γίνει πραγµατικότητα το όνειρο ζωής του µεγάλου καλλιτέχνη, που ήταν ένα jazz άλµπουµ, αφού πάντα θεωρούσε τον εαυτό του jazz πιανίστα. Ο Peter Guralnick, εξαίρετος συγγραφέας µουσικών βιβλίων, δροµολόγησε και επιµελήθηκε το 1992 την ηχογράφηση του «Pictures And Paintings», ενώ έγραψε ασφαλώς και τα liner notes. Ήταν η καλλιτεχνική δικαίωση µιας πορείας γεµάτης µε παρεξηγήσεις και ατυχείς συναντήσεις του αναξιοποίητου µεγαλείου µε τις στρατηγικές και τις ανάγκες της δισκογραφίας, ένας δίσκος που συνοψίζει και εµπεριέχει την ουσία του τραγουδιστή, συνθέτη, και πιανίστα Charlie Rich.
Ο Silver Fox έφυγε νωρίς από τη ζωή, σε ηλικία 62 χρόνων, στον ύπνο του, από θρόµβωση, το βράδυ της 25ης Ιουλίου του 1995. Οι ηχογραφήσεις του θα καλούν πάντα αυτούς που αναζητούν την αλήθεια να έρθουν σε επαφή µε αυτόν που, σύµφωνα µε τον παραγωγό εκείνου του άλµπουµ, «Είχε την ικανότητα να αποστάζει κάτι που όλοι µας έχουµε αισθανθεί και να το βάζει µπροστά σου, µε τρόπο που θα το νιώσεις µε µια πρωτόγνωρη σαφήνεια».
APPLETON ESTATE
Στα μέσα του 17ου αιώνα, στην κοιλάδα του Nassau ανακάλυψαν ότι με την κατάλληλη επεξεργασία μπορούσε να δημιουργηθεί ένα αναζωογονητικό αλκοολούχο ποτό αποστάζοντας τη λεπτή και κολλώδη καφέ ουσία από το ζαχαροκάλαμο. Κάπως έτσι γεννήθηκε το Appleton Estate Jamaican Rum.
Μετά από χρόνια εμπειρίας ανακαλύφθηκε ότι η διάρκεια που έμενε το ρούμι μέσα στο βαρέλι σε συνδυασμό με το απαλό κούνημα του πλοίου μεταφοράς έδιναν στο ρούμι μια πιο απαλή και ευχάριστη γεύση.
Κάθε φιάλη του Appleton Estate περιέχει ένα μοναδικό μείγμα παλαιωμένων ρούμι επιλεγμένων από την Master Blender Joy Spence. Επιπλέον ο μοναδικός σχεδιασμός των χάλκινων δοχείων απόσταξης, η αργή μέθοδος διύλισης, τα δρύινα βαρέλια παλαίωσης που χρησιμοποιούνται κατά την παραγωγή συμβάλλουν στην ιδιαίτερη αίσθησή του.
Η αφοσίωση στην τελειότητα, η χειροποίητη παραγωγή, αλλά και η γνησιότητα της συνταγής απαιτούν μία χρονοβόρα αλλά και μαγευτική διαδικασία, εξασφαλίζοντας έτσι ότι το Appleton Estate δεν είναι απλώς ένα ακόμα ρούμι, αλλά ένα από τα καλύτερα στον κόσμο…