Όταν τα τζαζ πνεύματα συναντιούνται
Του Λεωνίδα Αντωνόπουλου
Share |

Όποιος αγαπάει την τζαζ λατρεύει τις διασκευές – εκτός αν ζει στο 2011. Όπου διασκευάζονται σχεδόν τα πάντα, και σχεδόν τα πάντα ίδια. 

Η τζαζ γεννήθηκε µέσα από τη «διασκευή». Για να απλουστεύσω τη θεωρία, η τζαζ δηµιουργήθηκε µέσα από την ερµηνεία των ποπ τραγουδιών του Μεσοπολέµου. 
Μέσα από τον τρόπο που οι µουσικοί ξαναδιάβαζαν τα τραγούδια και τις δηµοφιλείς µελωδίες των µιούζικαλ του Broadway και τις λαϊκές µελωδίες της Νέας Ορλεάνης. Και συνέχισε έτσι ή κάπως έτσι, κάνοντας το ίδιο και µε τα πρωτότυπα τζαζ θέµατα που κατά κόρον ηχογραφούσαν οι σπουδαίοι µουσικοί και συνθέτες - ο Duke, ο Miles, ο Dizzy. Τη δεκαετία του ’60 και του ’70 φτάσαµε σε ακραίες καταστάσεις όπου η τζαζ άγγιζε τα όρια του απόλυτα ελεύθερου αυτοσχεδιασµού και του θορύβου. Σ’ αυτήν την αφιλόξενη περιοχή όπου κάτω από την οµπρέλα της «free jazz» χωρούσαν όλοι οι ήχοι που έβγαζε ένα µουσικό όργανο. Άλλες εποχές αυτές, φευγάτες. Η έννοια της «διασκευής» έφτασε στα όριά της, στο µουσικό σύνορο όπου ήταν αδύνατο –και αδιανόητο- για έναν δηµιουργικό µουσικό να διασκευάσει τους αυτοσχεδιασµούς του Ornette Coleman, του Eric Dolphy, του Sun Ra, των Art Ensemble of Chicago, του Anthony Braxton, ακόµη και του John Coltrane… Και, αλίµονο, του Albert Ayler. 

Το έσχατο αυτό σύνορο έπεσε επίσης µε θόρυβο την τελευταία δεκαετία. Η «µουσική» (τα εισαγωγικά είναι µία ευγενική παραχώρηση στους αθώους µουσικόφιλους που αν τους βάλεις να ακούσουν 5 λεπτά Albert Ayler θα υπέγραφαν µε ανακούφιση τον εγκλεισµό σου σε ψυχιατρική κλινική ισοβίως – και, βέβαια, δε θα αναγνώριζαν τίποτε «τζαζ» στον ψυχεδελικό αυτό ορυµαγδό) του A. Ayler βρήκε πρόθυµους δύο πολύ γενναίους και ανήσυχους κιθαρίστες, τον πολύ Marc Ribot, µουσικό τοτέµ του Tom Waits, και τον Henry Kaiser. Ο πρώτος «διασκεύασε» αλλά και έγραψε µουσική εµπνευσµένη από το «Spiritual Unity» του 1964 (ο Ribot τιτλοφόρησε το δικό του άλµπουµ, το 2005, επίσης «Spiritual Unity») και ο δεύτερος (στο «Healing Force», 2007) ανέστησε τα… τραγούδια που έγραψε ο A. Ayler στους τελευταίους τρεις δίσκους της ζωής του, πριν τον βρουν νεκρό από άγνωστη αιτία, πιθανόν αυτοκτονία, στο East River της Νέας Υόρκης τον Νοέµβριο του 1970.

Ο σαξοφωνίστας Albert Ayler, που περιέγραφε τον εαυτό του ως το Άγιο Πνεύµα της Αγίας Τριάδας της free jazz, όπου ο John Coltrane ήταν ο Πατήρ και ο Pharoah Sanders ο Υιός, ηχογράφησε µονάχα από το 1962 έως το 1970. Και ήταν αναµφίβολα ένας προφήτης της free jazz και κάτι παραπάνω. Η µουσική του ξεχυνόταν σε διαφορετικές κατευθύνσεις ταυτοχρόνως, από τα χάλκινα της Νέας Ορλεάνης στα γκόσπελ, στα εµβατήρια, στον απόλυτο αυτοσχεδιασµό. Οι σηµαντικοί του δίσκοι ήταν τα “Witches And Devils” (1964), “Spiritual Unity” (1964), “Bells” (1965) και το “Spirits Rejoice” (1965). Οι τρεις, όµως, τελευταίοι του δίσκοι (“Love Cry”, “New Grass”, “Music Is The Healing Force Of The Universe”) ήταν µία µεγάλη στροφή στην αφελή ψυχεδέλεια και την πιο εύπεπτη R&B/Soul, σε µία προσπάθεια να συγκινήσει το νεανικό κοινό. Το αποτέλεσµα ήταν το µεν νεανικό κοινό να µην του δώσει καµία σηµασία και οι φανατικοί οπαδοί του να τον θεωρήσουν ξεπουληµένο στην εµπορικότητα. Πνιγµένος και αδικοχαµένος, σβήστηκε από την ιστορία της τζαζ έτσι όπως την αφηγήθηκαν µετέπειτα ο Wynton Marsalis και οι mainstream ιστορικοί. Όχι, όµως, και οι µουσικοί.

Αλλά πώς «διασκευάζεις» τον απόλυτο αυτοσχεδιασµό ή, να το πω αλλιώς, τον διαταραγµένο ψυχισµό ενός τέτοιου µουσικού; Το σωστό ρήµα είναι το «ερµηνεύω». Και αυτό που «ερµηνεύεται» δεν είναι τόσο η ίδια η µουσική όσο το πνεύµα, δηλαδή η πνευµατικότητα που καιγόταν να εκφράσει ο Ayler – πιστός στο δρόµο της πνευµατικής ολοκλήρωσης του ανθρώπινου γένους, που χάραζε µέσω της µουσικής του ο John Coltrane στα τελευταία βασανιστικά χρόνια τής επίσης σύντοµης ζωής του. Υπάρχει σε όλες τις θρησκείες ένας κοινός τόπος όπου τα λόγια είναι περιττά: είναι η στιγµή της ενόρασης, µία στιγµή που συνδέεται, αρχέγονα, µε τον ήχο, τη «µουσική». Στα χρόνια της µεγάλης εσωτερικής αναζήτησης, όπως ήταν τα ανήσυχα χρόνια του ’60, η στιγµή της απόλυτης πνευµατικής διαύγειας όπου το πνεύµα εναρµονίζεται µε το σύµπαν ήταν ένα ζητούµενο που πολλοί µουσικοί το κυνήγησαν µε ένταση και πίστη. Οι περισσότεροι κάηκαν, άλλοι επέζησαν και επέστρεψαν, όπως ο Charles Lloyd, αλλά κανείς δεν έπεισε ότι το βρήκε. Μπορεί και να ήταν µία από τις παγίδες που στήνουν στη φθαρτή µας φύση τα ναρκωτικά. 

Σηµασία έχει ότι µέσα από το κυνήγι της ουτοπίας της free jazz, µουσικοί όπως ο Albert Ayler άνοιξαν δρόµους και κέρδισαν, για λογαριασµό όλων των µουσικών, την ελευθερία της δηµιουργίας και την αποδέσµευση της έκφρασης από φόρµες και κανόνες. Εάν λοιπόν ζεις στο 2011, που η φόρµα προσδιορίζει τη µουσική και όχι το αντίθετο, η «διασκευή» µπορεί να σου προσφέρει αυτήν τη «µια κάποια λύσιν», που έγραφε σκωπτικά και ο Αλεξανδρινός.



Το Haig®, ένα από τα παλαιότερα ονόματα στο σκωτσέζικο ουίσκι, σε ταξιδεύει στις πηγές έμπνευσης της μουσικής δημιουργίας. Το Tree of Originality, η νέα πλατφόρμα του Haig  στο facebook, είναι η διαδικτυακή κοινότητα  όπου μπορείς  να ανακαλύψεις τις πηγές έμπνευσης πίσω από τις σύγχρονες μουσικές δημιουργίες.Ταξίδεψε πίσω στο χρόνο και γνώρισε τις επιρροές που συνθέτουν τη μουσική παλέτα της σύγχρονης μουσικής. Μοιράσου τις απόψεις σου,στείλε τα σχόλιά σου, κέρδισε δώρα και μάθε που γίνονται τα καλύτερα live στην πόλη στην Jazz και την Indie σκηνή.
     
www.facebook.com/haiggreece



fashion addiction