D.I.Y. Τravel: αναζητώντας το Υ!
Του Δημήτρη Τζιμέα
Share |
 Όλα ξεκινάνε από τη μία και μόνη αρχή «Δεν υπάρχει κάτι που δεν γίνεται. Έχει σίγουρα ήδη γίνει!” Από τα βάθη των αιώνων ξεπηδούσε πάντα κάποιος που δεν τον χωρούσε η μικρή του πόλη, έφτιαχνε τα μπογαλάκια του και πήγαινε ο ίδιος από κοντά να εξακριβώσει όλες τις ιστορίες που άκουγε από μικρός για εκείνα τα μακρινά μέρη.
Το «backpacking» είναι ένας τρόπος ζωής, μια φιλοσοφία, που πηγάζει από τη μανία της εξερεύνησης.
 
 
Α  υτήν ακριβώς τη στιγμή χιλιάδες άτομα σε όλο τον κόσμο περιμένουν ένα τρένο σε έναν σταθμό, μπαίνουν μετά από πολλή ταλαιπωρία στο hostel, ξεκινάνε την ανάβαση ενός βουνού, βουτάνε σε τιρκουάζ νερά, χορεύουν σε ρέγκε ρυθμούς κάνοντας λουτρά σε ρούμι, διασχίζουν μιαν έρημο, κάνουν autostop, δουλεύουν σε κάποιο εθελοντικό workcamp, είναι νοσοκόμοι σε ένα χωριό στη μέση της σαβάνας, απομνημονεύουν το «γεια σας, πού είναι ο σταθμός των λεωφορείων;» σε μια παράξενη γλώσσα. Είναι απλό, είναι παντού! Είναι μια μοντέρνα εκδοχή των καραβανιών, όπου πάνω σε αόρατες διαδρομές κινείται και συναναστρέφεται αυτή η φυλή.
Έχω έναν φίλο από την Ιταλία. Τον λένε Eugenio. Τον άλλο μήνα θα πάρει ένα παλιό Yamaha και θα πάει ώς την Αγκόνα, από εκεί το πλοίο για Πάτρα και σε λίγες ώρες θα είναι στην Αθήνα. Είναι η πρώτη φορά που θα κάνει ένα μεγάλο ταξίδι με τη μηχανή. Ο πατέρας του βγήκε στη σύνταξη πέρσι. Αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο, μια μικρή ιστορία. Όταν ήταν νέος είχε μια βέσπα. Ένα καλοκαίρι ξεκίνησε μόνος του με σταθερή πορεία βόρεια. Ήθελε να φτάσει στο Cape Norte, κάπου στην άκρη της Νορβηγίας. Πέρασαν αρκετές εβδομάδες πάνω στη βέσπα, ώσπου ένα απόγευμα ήταν στο βορειότερο ακρωτήρι της Ευρώπης. «Και τότε τι έκανε;» ρώτησα τον Eugenio. «Τίποτα», μου απάντησε, «απλώς έκανε αναστροφή και ξεκίνησε για πίσω».
Τελευταία ακούω πολλά για ταξίδια. «Εμείς οι Έλληνες ταξιδεύουμε πολύ». Και να περιοδικά για ταξίδια, και να εκπομπές στην τηλεόραση, αφιερώματα στο μυστηριακό Νεπάλ και δεν συμμαζεύεται. Έχει περάσει, φαίνεται, αρκετός καιρός από τότε που κάποιος γυρνούσε από το «Εράσμους» ή το «Interail» και όλοι περιμέναμε ν’ ακούσουμε για ιστορίες για ανταλλαγές χρυσού με καθρεφτάκια στις απομακρυσμένες πολιτείες της Ευρώπης. Τώρα είναι φυσιολογικό. Ας δούμε, όμως, ένα άλλο παράδειγμα. Κάποιος μόλις γύρισε από την Ινδονησία, έπειτα από ένα ταξίδι πολλών χιλιάδων χιλιομέτρων πάνω σε μια μηχανή 250 cc, κόστους 150 ευρώ. Φυσιολογικό; Οι εικόνες και οι εμπειρίες ταξιδεύουν μέσω άλλων στη μικρή μας γειτονιά κάνοντας ένα εγχείρημα λιγότερο ή περισσότερο παράτολμο. Οι εμπειρίες των άλλων κάνουν ένα ταξίδι τετριμμένο ή παρανοϊκό.
Κάποια καλοκαίρια πριν, δουλεύοντας σε ένα φεστιβάλ στη Νορβηγία, έφτασα στα νησιά Λοφότεν, κάπου τέρμα βόρεια. Πιάνοντας την κουβέντα με τους ανθρώπους εκεί, ρωτούσα με μια δόση ματαιότητας αν ξέρουν πού βρίσκεται η Ελλάδα, αν είχαν ξανασυναντήσει κάποιον Έλληνα κ.λπ. Αστειευόμενοι, μου είπαν ότι δεν ήμουν ο πρώτος Έλληνας που έφτανε εκεί. Μάλιστα, την πρωτιά την είχε κάποιος Πυθέας μερικές χιλιάδες χρόνια πριν. Δεν τους πολυπίστεψα, αλλά όταν γύρισα πίσω και το έψαξα έμεινα με ανοιχτό το στόμα. Ο Πυθέας, κάπου στα 325 π.Χ., έφτιαξε το σακίδιό του και ξεκίνησε το ταξίδι της εξερεύνησης του άγνωστου βορρά. Έφτασε στις βρετανικές νήσους και από εκεί συνέχισε για τη Νορβηγία. Στα 325 π.Χ.! Ήταν ο πρώτος που περιέγραψε τον ήλιο του μεσονυκτίου, τον αρκτικό πάγο και τις γερμανικές φυλές.
Χιλιάδες χρόνια μετά έχει ανακαλυφθεί ο παγκόσμιος Άτλας, οι low cost airlines, τα διαβατήρια, το GPS, αλλά η ουσία του ταξιδιού έχει μείνει ίδια. Όσο καλά και να το βλέπεις στο Google Earth (τελευταία και τρισδιάστατα), θέλεις να πας εκεί! Η συνταγή είναι απλή: ένα σημείο εκκίνησης, ιατρική προετοιμασία (εμβόλια, αντιμαλαριακά κ.λπ.), διαβατήριο με πολλές κενές σελίδες, ένα σακίδιο με τα άκρως απαραίτητα και προαιρετικά ένα καλό team 2-3 ατόμων. Όταν ξεκινήσει κανείς ένα τέτοιο ταξίδι, μπαίνει αυτόματα στη φυλή των back packers.
Αν ξεκινήσει κανείς αυτήν τη διαδρομή θα δει ξεκάθαρα το καραβάνι να περνάει μέσα στον Υπερσιβηρικό, να κάνει το Ισταμπούλ - Κατμαντού, να διασχίζει τη Λατινική Αμερική, το γύρο της Αυστραλίας, κάπου στα μισά του Νέα Υόρκη – Σαν Φρανσίσκο ή του Κέιπ Τάουν - Κάιρο. Όπως κάθε καραβάνι έχει τους σταθμούς του, έτσι και εδώ υπάρχουν κεντρικά σημεία στη διαδρομή όπου μαζεύεται ο κόσμος, αλλάζει νέα, εμπειρίες, ιδέες για εξορμήσεις και επανασχεδιάζει το υπόλοιπο του ταξιδιού. Αυτό που κάνει μοναδική μια τέτοια εμπειρία είναι η ελευθερία ανατροπής κάθε αρχικού σχεδιασμού.
Πόσες φορές, άραγε, σου δίνεται η δυνατότητα να αλλάξεις ολικά κάτι που έχεις προγραμματίσεις χάριν μιας πολλά υποσχόμενης εμπειρίας; Ίσως και ποτέ! Αργά ή γρήγορα, οι εικόνες από το Άνκορ Βατ και το Μάτσου Πίτσου θα εξατμιστούν και μετά από χρόνια αυτό που θα απομείνει θα είναι μόνο μια θαμπή αίσθηση του εντυπωσιακού, του εξωτικού. Αυτό, όμως, που θα έχει χαραχτεί ανεπανόρθωτα στο μυαλό θα είναι η ηδονή τού να κάνεις ό,τι περάσει από το νου σου οποιαδήποτε στιγμή, ανεξαρτήτως τι είχες προγραμματίσει χτες.
Άμα ξεκινήσεις, δεν σε σταματάει τίποτα. Για να κάνεις τα πράγματα πιο εύκολα, ξεκινάς με μια πιο παραδοσιακή αντίληψη, π.χ. βρίσκεις έναν σκοπό, έναν στόχο, ό,τι να ‘ναι, δεν έχει σημασία. Ας πούμε, θέλω να δω το Taz Mahal, το Ha Long Bay, το Μουντιάλ στη Νότια Αφρική στην τελική… δεν έχει σημασία. Εκεί γύρω δεν έχει και κάτι άλλο πολύ ενδιαφέρον να δεις; Και γύρω από το εκεί γύρω δεν έχει και κάτι άλλο που δεν πρέπει να χάσεις με τίποτα; Αυτό είναι όλο. Μπορεί να μην πας τελικά σε κανένα από αυτά τα μέρη που ήταν στο πρόγραμμα, γιατί βρήκες έναν άλλο back packer που σου είπε για ένα απίστευτο μέρος σε απόσταση δύο ωρών, εκεί να συναντήσεις κάποιον άλλον κ.ο.κ.
Εν κατακλείδι, όλα παραμένουν λόγια μέχρι να ξεκινήσεις. Όπως λένε και οι πιο έγκριτοι ταξιδιωτικοί οδηγοί, το πιο δύσκολο κομμάτι είναι να πάρεις απόφαση ότι θα φύγεις.


fashion addiction